Βαλαωρίτου: Μια ιστορική γειτονιά τής Θεσσαλονίκης βγαίνει από τη «χειμερία νάρκη»


ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΤΩΝ ΕΟΡΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΗΘΗΚΑΝ, ΣΤΟ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΟΔΩΝ ΣΥΓΓΡΟΥ, ΒΑΛΑΩΡΙΤΟΥ ΚΑΙ ΒΗΛΑΡΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΑΝ ΠΕΝΤΕ ΝΕΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΕΣΤΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗΣ, ΕΝΩ ΣΤΟΥΣ ΕΠΟΜΕΝΟΥΣ ΜΗΝΕΣ ΘΑ ΑΝΟΙΞΟΥΝ ΣΥΝΟΛΙΚΑ 17, ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΤΕΘΟΥΝ ΣΤΑ 13 ΗΔΗ ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ


ΜΠΑΡ, εστιατόρια και καφενεία που θυμίζουν γωνιές ευρωπαϊκών μητροπόλεων, όπως το Λονδίνο και το Βερολίνο. Αναστηλωμένα νεοκλασικά που γεμίζουν από ανθρώπους νέους. Τραπεζάκια έξω το καλοκαίρι, με τον κόσμο να γίνεται μια μεγάλη παρέα μέ χρι τις μικρές ώρες, ουρές από νεολαία που συνωστίζεται για να μπει σε κάποιο μαγαζί τον χειμώνα. Κτίρια κομψά, τα οποία απηχούν μιαν εποχή που καταγράφηκε ανεξίτηλα στο συλλογικό μνημονικό της πόλης, μπολιάζονται με χρώμα, φως και ήχους ροκ, τζαζ και λάτιν, αποτελώντας το νέο «hot spot» της Θεσσαλονίκης, στο τετράγωνο που περικλείεται από τις οδούς Συγγρού, Βαλαωρίτου, Λέοντος Σοφού και Φράγκων και που όριζε -πάλαι ποτέ- τη βιοτεχνική γειτονιά της πόλης.

ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΕ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Δεν είναι η πρώτη φορά που η περιοχή γίνεται πόλος έλξης στη Θεσσαλονίκη. Κάποτε, μάλιστα -στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν ήταν γνωστή ως «Φραγκομαχαλάς»- αποτελούσε την κοσμοπολίτικη «καρδιά» της πόλης, με το αρχοντικό της οικογένειας Αλλατίνη να δεσπόζει εκεί όπου σήμερα οι θαμώνες
της περιοχής βρίσκουν την τσέχικη μπυραρία ή το εστιατόριο «Παπαρούνα» (λίγα χρόνια αργότερα, η οικογένεια Αλλατίνη μετακόμισε στη φερώνυμη έπαυλη, στο κτήριο όπου σήμερα στεγάζεται η νομαρχία Θεσσαλονίκης).
Ήταν αρκετά χρόνια αργότερα (το 1906) όταν στους κήπους της οικίας Αλλατίνη χτίστηκε η Στοά Μαλακοπής, όπου βρήκαν φιλόξενη στέγη καταστήματα και τράπεζες, κοντά στο υπό ίδρυση Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων που έδωσε στην πλατεία το όνομα που έχει ακόμη και σήμερα: Πλατεία Χρηματιστηρίου. Λίγο χαμηλότερα, στη Φράγκων, στεγαζόταν η Οθωμανική Τράπεζα (εκεί όπου σήμερα στεγάζεται το Κρατικό Ωδείο), μέχρι την ανατίναξή της από βούλγαρους αυτονομιστές το 1903. Στην ίδια περιοχή υπήρχαν πολλές εβραϊκές μικροϊδιοκτησίες, εμπορικά καταστήματα, χάνια και εργαστήρια, αλλά και αρκετά καταστήματα μουσουλμάνων. Η οδός Πάικου, όπου σήμερα βρίσκονται οι «4 εποχές», είναι χαρακτηριστική τού πόσο στενοί ήταν οι δρόμοι εκείνη την εποχή. Η πυρκαγιά του 1917 κατέστρεψε ένα μέρος του Φραγκομαχαλά. Η κυβέρνηση Βενιζέλου είχε αναγγείλει την ανοικοδόμηση της πόλης βάσει του σχεδίου που εκπόνησε ο τότε υπουργός Συγκοινωνιών Παπαναστασίου, με τη συγκρότηση της «Διεθνούς Επιτροπής Νέου Σχεδίου της Θεσσαλονίκης», που είχε πρόεδρο τον Ερνέστο Εμπράρ. Το σχέδιο αυτό εφαρμόστηκε δυστυχώς μόνο εν μέρει... Το 1926, το κτίριο της οικίας Αλλατίνη ανακαινίστηκε από τον μηχανικό Μαξ Ρούμπενς και η ημερομηνία της ανακαίνισης διατηρείται μέχρι και σήμερα στη σιδερένια πόρτα του επί της οδού Συγγρού.
Με την εγκατάσταση των ναζί και την οριστική εξολόθρευση των Εβραίων άρχισε να φθίνει και η πολυπολιτισμική διάσταση του Φραγκομαχαλά. Σταδιακά, μετατράπηκε σε βιοτεχνική περιοχή με πρατήρια ρούχων -ιδιαίτερα πουκαμίσων. Τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση, καθώς, λόγω της χωροθέτησής της κοντά στην είσοδο της Θεσσαλονίκης, αποτελούσε συχνό πέρασμα εμπόρων από άλλες περιοχές. Η κρίση που έπληξε τις βιοτεχνίες τη δεκαετία του 1990 είχε ως αποτέλεσμα τον οικονομικό μαρασμό της περιοχής. Σήμερα, έχουν ξεμείνει ελάχιστα πρατήρια ρούχων, ενώ οι εγκαταλειμμένες αποθήκες μετατρέπονται σιγά-σιγά σε μπαρ και εστιατόρια, μεταβάλλοντας τον χαρακτήρα της περιοχής.

ΤΙ ΑΛΛΑΖΕΙ ΣΗΜΕΡΑ
Από την εικόνα παρακμής και εγκατάλειψης της δεκαετίας του 1990 έχει κυλήσει πολύ νερό στ’ αυλάκι... Τους «πρωτοπόρους» «4 εποχές», «Παπαρούνα», «Gabrinus» και «Υψικάμινο» ακολούθησαν μαγαζιά όπως τα «Partisan», «Κρυφτό», «Rock’n’Rolla», «Σπίτι μου», «Υποβρύχιο», «Δένδρο που έδινε» και «Peoples str.», που καλύπτουν κάθε μουσική προτίμηση και γούστο. Μόνο στη διάρκεια της περιόδου των εορτών που προηγήθηκαν, στο οικοδομικό τετράγωνο μεταξύ των οδών Συγγρού, Βαλαωρίτου και Βηλαρά λειτούργησαν πέντε νέα καταστήματα εστίασης και διασκέδασης, ενώ στους επόμενους μήνες θα ανοίξουν συνολικά 17, τα οποία έρχονται να προστεθούν στα 13 ήδη υπάρχοντα.
Σύμφωνα με τους ίδιους τους επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται σε Βαλαωρίτου και Συγγρού, αλλά και με παράγοντες του real estate, η ξαφνική «στροφή» προς τη συγκεκριμένη περιοχή οφείλεται στο γεγονός ότι δεν αποτελεί ζώνη κατοικίας (και έτσι δεν προκύπτουν προβλήματα όχλησης από τη λειτουργία των καταστημάτων), σε συνδυασμό με τα αρκετά χαμηλά -αρχικώς- μισθώματα (λόγω των μέχρι και πριν από πέντε χρόνια άδειων καταστημάτων, οι ιδιοκτήτες αναγκάστηκαν να συμβιβαστούν και να ρίξουν τα ενοίκια στα 10-12 ευρώ/ τετρ. μ. Σήμερα, πάντως, στο πλαίσιο της ολοένα και αυξανόμενης ζήτησης, οι τιμές μίσθωσης έχουν αυξηθεί έως και πέντε φορές πάνω, ενώ αρχίζει να κάνει την εμφάνισή του και ο «αέρας», ειδικά σε περιπτώσεις «γωνιακών» μαγαζιών.


Ο αντίλογος: «Να μην αποτελέσουν τα νέα Λαδάδικα»

Η ΒΑΛΑΩΡΙΤΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΝΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΥ ΓΝΩΡΙΣΕ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ ΚΑΙ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗΣ...

ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ωστόσο, έχουν και εδώ δύο όψεις... Έτσι, εκτός απ’ αυτούς που δηλώνουν ικανοποιημένοι επειδή μια μέχρι πρότινος υποβαθμισμένη περιοχή του κέντρου της πόλης βρίσκει νέα ταυτότητα, δεν λείπουν κι εκείνοι που δηλώνουν επιφυλακτικοί για τις επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει μια άναρχη ανάπτυξη. Η πόλη, εξάλλου, δεν στερείται παραδειγμάτων: δεν έχουν περάσει και τόσο πολλά χρόνια από το 1985, όταν το υπουργείο Πολιτισμού κήρυσσε τα Λαδάδικα ιστορικό τόπο και διατηρητέο μνημείο, απαγορεύοντας την ανέγερση πολυκατοικιών στην περιοχή. Στο πλαίσιο αυτό, αποφασίστηκε η διάσωση των κτισμάτων με τη συγχρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα, που θα αναλάμβανε τη νέα χρήση τους. Έτσι, επισκευάστηκαν 60 ιδιωτικά κτίρια με βάση συγκεκριμένες προδιαγραφές, αποκαταστάθηκαν πέντε κτίρια ιδιοκτησίας της -τότε- Τράπεζας Μακεδονίας-Θράκης, ενώ από τον δήμο εκτελέστηκαν αναπλάσεις κοινόχρηστων χώρων και σωστικές επεμβάσεις σε 21 κελύφη κτιρίων. Όσο για τα παλιά λαδάδικα, τις αποθήκες και τους οίκους ανοχής, έδωσαν τη θέση τους σε μπαράκια, εστιατόρια και ουζερί.
Κι όμως, σήμερα η περιοχή (αν και -ευτυχώς- εξακολουθεί να φιλοξενεί αρκετά φημισμένα μαγαζιά της Θεσσαλονίκης) ακροβατεί μεταξύ ανάπτυξης και στασιμότητας. Μετά την πρώτη «έκρηξη», πολλά μαγαζιά παραμένουν κλειστά, ενώ η επικράτηση του χαρακτηρισμού «τουριστικός προορισμός» κάνει πολλούς Θεσσαλονικείς να την εξαιρούν από τη βραδινή -και όχι μόνο- έξοδό τους. Την περιοχή ταλανίζει η μονόπλευρη ανάπτυξη, με αποτέλεσμα, μόλις άρχισε να «ξεθωριάζει» η νυχτερινή ζωή, σε πολλά σημεία των Λαδάδικων να επικρατούν ερημιά και εγκατάλειψη. Παράλληλα, η γειτονιά -αν και είναι μια από τις πιο όμορφες της Θεσσαλονίκης- δεν έχει καταφέρει να γίνει σημείο αναφοράς στην καθημερινότητα των κατοίκων της πόλης, ενώ τη χαριστική βολή δίνει η απουσία σωστής συντήρησης των πλακόστρωτων και του ηλεκτροφωτισμού από τη δημοτική αρχή.
Είναι αυτό ακριβώς το προηγούμενο που πολλοί φοβούνται μην επαναληφθεί και στην περίπτωση της Βαλαωρίτου. Γι’ αυτό και φωνάζουν, μέσα στο πλαίσιο των ευνοϊκών (για την αναγέννηση ενός κεντρικότατου σημείου της Θεσσαλονίκης) συνθηκών που αδιαμφισβήτητα δημιουργούνται, για την ανάγκη ενός συνολικού αναπτυξιακού σχεδίου που θα λαμβάνει υπόψη όλες τις ανάγκες και τις παραμέτρους, με παράλληλη συνεχή και συνεπή παρακολούθηση της πορείας εκτέλεσής του, έτσι ώστε το αναπτυξιακό “τρένο” στο οποίο έχει «επιβιβαστεί” η περιοχή της Βαλαωρίτου να μην «εκτροχιαστεί» πριν την ώρα του...

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου